Κωδικός Ελευθερία Είναι το ένατο βιβλίο του συγγραφέα, Γιάννη Φιλιππίδη, στη σελίδα (9) με τον τίτλο ''Αντί για πρόλογο'' μεταξύ άλλων αναφέρει :Σ' αυτό το βιβλίο θα προσπαθήσουμε ν' ανοίξουμε το παράθυρο μιας κοινής λογικής:για την πατρίδα που αγαπήσαμε, τα όνειρα που επιμένοντας θέλουμε να κρατήσουμε στέρεα, μαζί να μοιραστούμε σκέψεις και ήθη, που θα μας βοθήσουν απο κοινού ν' ανακτήσουμε δεδομένα απο τον κρυφό σκληρό μας δίσκο, δεδομένα αναγκάια για να περπατήσουμε παρέα σ' ένα παρόν κι ένα μέλλον όπως το θέλουμε ή το θέλαμε απο πάντα, σε μια πατρίδα που οραματιστήκαμε αλλιώς, ενόσω εκείνη εξακολουθεί να ταλαιπωρεί τις σύντομες ζωές μας και να μας αρρωσταίνει. Είνα η ελευθερία που μας έλειψε, χρόνια τώρα. Κι αν συμμερίζεσαι τις λέξεις μου, γύρνα τις επόμενες σελίδες: το ταξίδι μας μόλις έχει αρχίσει.
Κείμενο απο το βιβλίο ''κωδικός ελευθερία'' σελ (161)
''Το αληθινό μας '' Θέλω να βάλω ό,τι πιο αληθινό απομένει ακόμα μέσα μου σε μια μικρή κομψή βαλίτσα. Κι ύστερα να το ταξιδέψω πουθενά. 'Η μήπως να προτιμήσω το παντού; Τι αλήθεια απ' τα δυο να διαλέξω, τη δράση ή την αφάνεια;
Θα προτιμούσα να ζω στην τελευταία, αλλά είναι άμεση ανάγκη να πάρω το αληθινό μου, να του χαρίσω ταξίδια, στιγμές κι αγκαλιές, τέτοια του αξίζουν. Γιατί μαζί του διδάχτηκα τον τρόπο να ζω χωρίς την άλλη πλευρά. Κάπως σαν διάφανος αισθάνομαι περισσότερη ασφάλεια, σύντομη είναι έτσι κι αλλιώς η ζωή, είναι κρίμα τέτοια ξοδέματα.
Θα πάρω το αληθινό μου, θα το ταξιδέψω σε διαφορετικές γεωγραφικές
συντεταγμένες, να το μοιραστώ με φίλες και φίλους δεκαετιών, θα το
μοιραστώ πρώτ' απ' όλα μ' όσες και όσους με δένουν με τρόπο συγγενικό, η
αγχιστεία σ' αυτό είναι τουλάχιστον δεδομένη. Αυτοί θα πάρουν το δικό μου αληθινό, θα το ανακαλύψουν μέσα απο λέξεις, εικόνες, αισθήματα. Κι ίσως τότε ξυπνήσει ολότελα μέσα τους το δικό τους αληθινό, που ίσως να μοιάζει απρόβλεπτα με το δικό μου.
Η
αλήθεια για τον καθένα και την καθε-μιά μπορεί να φαντάζει διαφορετική.
Το άφθαρτο πετράδι του αληθινού, που προφυλάσσουμε για χρόνια στις
καρδιές μας, είναι ό,τι πιο επαρκές. Να μας ενώσει ξανά. Βλέμμα το βλέμμα, λέξη τη λέξη, αγκαλιά με αγκαλιά, άνθρωπο τον άνθρωπο. Ετσι
μονάχα, περπατώντας και ζώντας ο ένας πλάι στον άλλον, θα φέρουμε
γρηγορότερα την επόμενη εποχή. Τελευταία ημερομηνία για μια τέτοια
συνάντηση είναι η χτεσινή, αλλά οι θεοί των ανθρώπων και το σύμπαν θα
δείξουν έλεος, μας περιμένουν, τι θα' καναν χωρίς εμάς. Και μη θαρρείς
πως θα κουραστείς ν' ανασυνθέσεις το πιο λαμπερό σου αμάλγαμα, μέτρα
τις σκέψεις σου, όσο κάνει ένα τσιγάρο να καεί. Δεν θα χρειαστεί
παραπάνω....
'Ελα όμως, μην καθυστερείς μ' ενοχλητικά παράσιτα απο παραπανήσια λογική, είναι αυτά που σε καθηλώνουν στην αδράνεια. Ο καινούργιος όμορφος κόσμος χρειάζεται και τη δική σου πινελιά...
Ο Γιάννης Φιλιππίδης είναι συγγραφέας και υπεύθυνος εκδόσεων της Άνεμος
Εκδοτική. Σπούδασε υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Βασίλη Ρίτσου.
Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά και επώνυμες ιστοσελίδες. Από
το 2013 αρθρογραφεί κι είναι αρχισυντάκτης στο www.anemosmagazine.gr Εργογραφία Aπό την «Άνεμος εκδοτική» κυκλοφορούν τα βιβλία του: «Η μυρωδιά σου στα σεντόνια μου» (μυθιστόρημα, 2006). «Ο εραστής, η μέλισσα κι ένα μικρούλι “αχ”» (μυθιστόρημα, 2008). «Μα, το ψάρι είναι φρούτο» (οχτώ απρόβλεπτες ιστορίες για ενήλικους αναγνώστες, 2011). «Κρατάς μυστικό;» (μυθιστόρημα, 2011). «Ζωή με λες» (παιχνίδια πεζογραφίας, 2011). «Λούσιfair, η βασίλισσα της Κυψέλης» (μυθιστόρημα, 2012). «Ο Απρίλης στάθηκε αλήτης» (μυθιστόρημα, 2014). «Το ασανσέρ των οκτώμισι» (θεατρικό, 2015) «Κωδικός ελευθερία» (παιχνίδια πεζογραφίας, 2015). Πολυσυμμετοχικά «Το προσωπικό μου θέατρο σκιών» (ιδιωτική έκδοση Black Duck multiplarte, 2011). «Προσωπογραφίες» (ιδιωτική έκδοση Black Duck multiplarte, 2011). Ανακαλύψτε ηλεκτρονικά τον συγγραφέα: http://www.anemosekdotiki.gr/ https://el-gr.facebook.com/Yannis.Filippidis.anemosekdotiki http://yannis-filippidis.blogspot.gr/
“Love is the only sane and satisfactory answer to the problem of human existence.”"Η αγάπη", γράφει ο Έριχ Φρομ, "είναι η μόνη ικανοποιητική απάντηση στο πρόβλημα της ανθρώπινης ύπαρξης". Ωστόσο,
οι πιο πολλοί από μας είναι ανήμποροι ν' αναπτύξουν την ικανότητά τους
για αγάπη σε βαθμό τέτοιο, που η αγάπη να είναι σύνθεση ωριμότητας,
αυτογνωσίας και θάρρους. Η τέχνη της αγάπης, όπως κάθε άλλη τέχνη,
απαιτεί εξάσκηση και συγκέντρωση. Περισσότερο όμως από κάθε άλλη τέχνη,
απαιτεί διόραση και κατανόηση. Σ' αυτό το καταπληκτικό βιβλίο, ο δρ.
Φρομ ερευνά την αγάπη απ' όλες τις πλευρές. Όχι μόνο τη ρομαντική αγάπη,
που περιβάλλεται από τόσες πλάνες, αλλά και την αγάπη των γονιών για τα
παιδιά, την αδελφική αγάπη, την ερωτική αγάπη, την αγάπη για τον εαυτό
μας και την αγάπη για το Θεό. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του
βιβλίου)
Απόσπασμα Είναι η αγάπη τέχνη; Αν είναι, χρειάζεται γνώση και
προσπάθεια. Ή μήπως η αγάπη είναι ένα ευχάριστο συναίσθημα που κατά
σύμπτωση το γνωρίζει κανείς, το «συναντά» αν είναι τυχερός; Αυτό το
μικρό βιβλίο βασίζεται στην πρώτη αντίληψη, ενώ αναμφισβήτητα η
πλειοψηφία των ανθρώπων πιστεύουν στη δεύτερη.
[...]
Αυτή η αντίληψη – ότι τίποτε δεν είναι πιο εύκολο
από το ν' αγαπάς – εξακολουθεί να είναι η πιο διαδεδομένη παρά την
αφθονία των αποδείξεων για το αντίθετο. Σχεδόν καμία προσπάθεια, κανένα
έργο δεν αρχίζει με τόσο μεγάλες ελπίδες και προσδοκίες όπως αρχίζει η
αγάπη, κι ωστόσο τίποτε δεν αποτυχαίνει τόσο συχνά όσο αυτή. Αν αυτό
συνέβαινε με οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, οι άνθρωποι θα ήταν
περισσότερο πρόθυμοι να εξετάσουν τους λόγους της αποτυχίας αυτής και
να μάθουν πώς θα μπορούσαν να ενεργήσουν καλύτερα. Ή θα εγκατέλειπαν τη
δραστηριότητα αυτή.
Και αφού, στην περίπτωση της αγάπης, αυτό είναι
αδύνατο, μόνο ένας δρόμος υπάρχει για το ξεπέρασμα της αποτυχίας: να
εξετάσουμε τους λόγους της αποτυχίας αυτής και να προχωρήσουμε στην
έρευνα της έννοιας της αγάπης.
Το πρώτο βήμα είναι να καταλάβουμε ότι η αγάπη είναι μια τέχνη,
ακριβώς όπως μια τέχνη είναι και η ίδια η ζωή. Αν θέλουμε να μάθουμε
πώς ν' αγαπάμε, πρέπει να προχωρήσουμε με τον ίδιο τρόπο που προχωρούμε
όταν θέλουμε να μάθουμε μια οποιαδήποτε άλλη τέχνη, π.χ. μουσική,
ζωγραφική, ξυλουργική ή την επιστήμη της ιατρικής και της μηχανικής.
“Immature love says: 'I love you because I need you.' Mature love says 'I need you because I love you.” Η
αγάπη δεν είναι βασικά μια σχέση προς ένα ιδιαίτερο άτομο. Είναι μια
στάση, ένας προσανατολισμός του χαρακτήρα που καθορίζει τη σχέση ενός
ατόμου προς τον κόσμο σαν σύνολο κι όχι προς ένα «αντικείμενο» αγάπης. Αν ένα άτομο αγαπά μόνο ένα άλλο
άτομο κι είναι αδιάφορο προς τους άλλους συνανθρώπους του, η αγάπη του
δεν είναι ακριβώς αγάπη αλλά μια συμβιωτική προσκόλληση ή ένας
διογκωμένος εγωισμός. Ωστόσο, οι πιο πολλοί άνθρωποι πιστεύουν πως η
αγάπη είναι το αντικείμενο κι όχι η ψυχική ικανότητα.
Στην
πραγματικότητα φτάνουν στο σημείο να πιστεύουν ότι: όταν δεν αγαπάνε
κανέναν άλλον παρά μόνο το «αγαπημένο» πρόσωπο, αυτό είναι μια απόδειξη
της έντασης της αγάπης τους. Αν πραγματικά αγαπώ έναν άνθρωπο, αγαπώ
όλους τους ανθρώπους, αγαπώ τον κόσμο, αγαπώ τη ζωή. Αν μπορώ να πω σε
κάποιον άλλον «σ’ αγαπώ», πρέπει να είμαι ικανός να πω «αγαπώ σε σένα
όλους, αγαπώ μέσα από σένα όλο τον κόσμο, αγαπώ σε σένα και τον εαυτό
μου». ― Erich Fromm
Καινούριο χιόνι πέφτει
Επάνω στο παλιό
Κι άλλες νιφάδες βιάζονται να γίνουν λάσπη.- Ντίνος Χριστιανόπουλος.
Κι αν χιονίζει στο πνεύμα/ κι αν κρυώνουν οι μεγάλες/ ιδέες/ ο κόσμος πρέπει να προχωρήσει...Νίκος Καρούζος
Γιάννης Ρίτσος, Το χιόνι Το χιόνι είναι άσπρο, μαλακό σαν τελειωμένος έρωτας-είπε. Έπεσε απρόσμενα, τη νύχτα μ' όλη τη σοφή σιωπή του, Το πρωί, λαμποκοπούσε ολόλευκη η εξαγνισμένη πολιτεία, Μια παλιά στάμνα πεταμένη στην αυλή, ήταν ένα άγαλμα. Εκείνος ένοιωσε την κοφτερή ψυχρότητα του πάγου, την απεραντοσύνη της λευκότητας, σαν άθλο του προσωπικό μονάχα μια στιγμή ανησύχησε: μήπως και δεν του απόμενε τίποτα πιο θερμό να το παγώσει, μήπως και δεν ήταν μια νίκη του χιονιού, μα απλώς μια ουδέτερη γαλήνη, μια ελευθερία χωρίς αντίπαλο και δόξα. Βγήκε λοιπόν αμήχανος στο δρόμο, κι όπως είδε το χιονάνθρωπο που φτιάχναν τα παιδιά, πλησίασε και του' βαλε δυο σβηστά κάρβουνα για μάτια, χαμογέλασε αόριστα κι έπαιξε χιονοπόλεμο μαζί τους ως τ' απόγευμα.
"Το
ανέβαλες. Κακοκαιρία μεγάλη, πέσανε χιόνια κλείσανε οι δρόμοι, πάγοι,
μεγάλη ολισθηρότης. Καλά έκανες. Εάν δεν είναι ολισθηρή η επιθυμία προς
τι να έρθει;"(Κική Δημουλά)
Από την «Εαρινή Συμφωνία» του Ρίτσου: «Θ’
αφήσω/ τη λευκή χιονισμένη κορυφή/ που ζέσταινε μ’ ένα χαμόγελο/ την
απέραντη μόνωσή μου. – Θα τινάξω απ’ τους ώμους μου/ τη χρυσή τέφρα των
άστρων/ καθώς τα σπουργίτια/ τινάζουν το χιόνι/ απ΄ τα φτερά τους.»
(Ορέστης Αλεξάκης)-Από τη συλλογή Ο ληξίαρχος (1989) Κάποτε μες στο σπίτι μου χιονίζει γίνεται τότε η κάμαρα λευκό τοπίο σηκώνονται απ’ το χώμα παγωμένοι και με πλησιάζουν οι νεκροί μου φίλοι
Τα ραγισμένα χέρια τους απλώνουν ζητούν τη θαλπωρή του σώματός μου
Δεν έχω σώμα πια δεν έχω φλόγα τίποτα δεν μπορώ να σας προσφέρω μόνο να μοιραστώ την παγωνιά σας στερνός κι εγώ στην αλυσίδα κρίκος διασχίζοντας αυτή την άγρια στέππα προς το βαθύ κι ανεξιχνίαστο μέλλον
Τοπίο-(Μυρτιώτισσα) «Αγαπημένε, στρώνεται το χιόνι στον κήπο, στην αυλή, στα κεραμίδια. Την αρχοντιά του όπου σταθεί ξαπλώνει, περήφανο και πάναγνο το χιόνι
Γυάλινα Γιάννενα -Μιχάλης Γκανάς
στον Χρήστο Μπράβο
Μια τέτοια νύχτα, πριν από χρόνια,
κάποιος περπάτησε μόνος, δεν ξέρω πόσα
λασπωμένα χιλιόμετρα.
Νύχτα και συννεφιά χωρίς άστρα.
Ξημερώματα μπήκε στα Γιάννενα.
Στο πρώτο χάνι έφαγε, και κοιμήθηκε
τρία μερόνυχτα. Ξύπνησε απ’ το χιόνι
που έπεφτε μαλακά, στάθηκε στο παράθυρο
κι άκουγε τα κλαρίνα.
Πότε θαμπά και πότε δίπλα του,
όπως τα ’φερνε ο άνεμος.
Κι άκουσε μετά τη φωνή
πεντακάθαρη, από κάπου κοντά,
σαν αλύχτημα και σαν να την έσφαζαν
τη γυναίκα κι ούτε καβγάς ούτε
τίποτε άλλο, χιόνιζε όλη νύχτα στα Γιάννενα.
Ξημερώματα πλήρωσε τι χρωστούσε
και γύρισε στο χωριό του.
Στα πενήντα του θα ’τανε
με γκρίζα μαλλιά και τρεις θυγατέρες
ανύπαντρες, χήρος τέσσερα χρόνια,
με τη μαύρη κάπα στις πλάτες,
και τι χιόνι σήκωσαν τούτες οι πλάτες
κανένας δεν το ’μαθε.
Χιόνι-(Τάκης Βαρβιτσιώτης) Εκεί ψηλά πια δεν υπάρχει κανένας Μακριά σημαίνουν καμπάνες Έξω η νύχτα παραμονεύει
Γεμάτη φυλλώματα
Ορθάνοιχτα μάτια
Εχθρικούς καθρέφτες Νεκρά τα πλοία μες στην ομίχλη Η σιωπή μια πληγή δίχως όνομα Το δάσος βελούδινο
Μια παιδούλα κοιμάται στον ίσκιο του Απ’ την ανάσα της
Γεννιούνται αδιάκοπα
Άστρα λευκά
Γυάλινα Γιάννενα -Μιχάλης Γκανάς
στον Χρήστο Μπράβο
Μια τέτοια νύχτα, πριν από χρόνια,
κάποιος περπάτησε μόνος, δεν ξέρω πόσα
λασπωμένα χιλιόμετρα.
Νύχτα και συννεφιά χωρίς άστρα.
Ξημερώματα μπήκε στα Γιάννενα.
Στο πρώτο χάνι έφαγε, και κοιμήθηκε
τρία μερόνυχτα. Ξύπνησε απ’ το χιόνι
που έπεφτε μαλακά, στάθηκε στο παράθυρο
κι άκουγε τα κλαρίνα.
Πότε θαμπά και πότε δίπλα του,
όπως τα ’φερνε ο άνεμος.
Κι άκουσε μετά τη φωνή
πεντακάθαρη, από κάπου κοντά,
σαν αλύχτημα και σαν να την έσφαζαν
τη γυναίκα κι ούτε καβγάς ούτε
τίποτε άλλο, χιόνιζε όλη νύχτα στα Γιάννενα.
Ξημερώματα πλήρωσε τι χρωστούσε
και γύρισε στο χωριό του.
Στα πενήντα του θα ’τανε
με γκρίζα μαλλιά και τρεις θυγατέρες
ανύπαντρες, χήρος τέσσερα χρόνια,
με τη μαύρη κάπα στις πλάτες,
και τι χιόνι σήκωσαν τούτες οι πλάτες
κανένας δεν το ’μαθε. -Βέρα Πάβλοβα, [Μόνο χιόνι]: Θα΄ναι χειμώνας, θαρρώ, όταν έρθει. Από την αφόρητη λευκότητα του δρόμου μια κουκίδα θα φανεί, τόσο μαύρη που τα μάτια θα θαμπώσουν, και θα πλησιάζει για ώρα πολλή, πάρα πολλή αντισταθμίζοντας την απουσία του με τον ερχομό του, και για ώρα πολλή, πάρα πολλή, κουκίδα θα μείνει.
Ένας κόκκος σκόνης; Ένα κάψιμο στο μάτι; Χιόνι, τίποτα άλλο δεν θα υπάρχει, μόνο χιόνι, για ώρα πολλή, πάρα πολλή, τίποτα άλλο, κι αυτός το χιονισμένο πέπλο θα παραμερίζει, μέγεθος θα αποκτά και τρεις διαστάσεις, κι όλο και περισσότερο θα πλησιάζει...
Αυτό είναι το όριο, δεν μπορεί να έρθει πιο κοντά. Μα αυτός συνεχίζει να πλησιάζει, και τώρα είναι τόσο πελώριος που δεν μπορείς να τον μετρήσεις.
Ανέστης Ευαγγέλου, Το χιόνι [Από την ενότητα Το χιόνι (1987-1990)]
Στον Κρίτωνα Ζωάκο Χιονίζει πάλι σήμερα. Απ' το παράθυρό μου βλέπω τα δέντρα, τις στέγες των αντικρινών σπιτιών, όλα μες στ' άσπρα. Θυμάμαι ένα πρωί, σαν ήμασταν παιδιά –χαράματα ήταν κι έτσι και τότε χιόνιζε– βγαίνω στον κήπο και βρίσκω τ' αδερφάκι μου.
Είχε ανοίξει μια τρύπα μες στο χιόνι κι είχε μπει μέσα κι έπαιζ' εκεί με τ' αρκουδάκι του. Τι κάνεις εδώ, του λέω, μονάχος, δεν κρυώνεις;
Δεν θα ξαναγυρίσω σπίτι σας, άκουσα τη φωνή του οδυνηρά αινιγματική, γεμάτη πείσμα και μια κακία που δε θα λησμονήσω –κι έλαμπαν στο μισόφωτο τα ωραία του μάτια–, για ν' απομείνει εκεί στους άθλιους πάγους για ν' απομείνει εκεί ανεξήγητα παρ' όλες έκτοτε τις συνεχείς εκκλήσεις μου.
Τη μέρα εκείνη μίσησα το χιόνι κι ορθός, σε στάση προσοχής, μπρος στ' αδερφάκι μου ορκίστηκα να το πολεμώ μέχρι θανάτου.
Αυτά ήτανε τα πρώτα μου μαθήματα πολύ προτού μάθω την αλφαβήτα. Αργότερα, όσο ο καιρός περνούσε κι ένιωθα να μου έχει δωρηθεί από τους θεούς της ομιλίας η χάρη, είναι γνωστό το χιόνι πως όχι μόνο το κατάγγειλα με χίλιους τρόπους παρά πως του αφιέρωσα για να το στιγματίσω τις πιο παράφορες, πιο ρωμαλέες στροφές της ποίησής μου. Σήμερα ωστόσο, μισό σχεδόν αιώνα απ' το πρωί εκείνο των πρώτων παιδικών μου χρόνων, χιονίζει πάλι. Απ' το παράθυρό μου βλέπω τα δέντρα, τις στέγες των αντικρινών σπιτιών, όλα μες στ' άσπρα.
Πέφτει το χιόνι τώρα και σκεπάζει με μια δική του απόρρητη δικαιοσύνη τις πράξεις και τις παραλείψεις μας τις χαρές και τις λύπες μας τα μεγαλόπνοα σχέδια και τις μικρότητές μας τους έρωτες τις φιλίες τα λάθη μας και τις εξάρσεις.
Κατευνάζει την αλαζονεία∙ διδάσκει την ισότητα∙ χορηγεί την ειρήνη. Χιόνι της Ευσπλαχνίας –όχι της Ορφάνιας. Χιόνι της Συγκατάβασης –όχι της Τιμωρίας. Χιόνι της μυστικής αγάπης πια. Από τη συλλογή Το χιόνι και η ερήμωση (χειρόγραφα - 1994) Τσέζαρε Παβέζε, [Στο παγωμένο χιόνι] (Στην C από τον C..) «Εσύ , κατάστικτο χαμόγελο στο παγωμένο χιόνι – του Μάρτη άνεμε, μπαλέτο κλαδιών που χορεύουν στο χιόνι, στενάζεις κι αστράφτουν τα μικρά σου «όχι » – λευκόποδη ελαφίνα χαριτωμένη , θα μπορούσα να μάθω ακόμα τη διαβατική χάρη όλων των ημερών σου την αιθέρια δαντέλα όλων των δρόμων σου – το αύριο είναι παγωμένο κάτω στον κάμπο – εσύ , κατάστικτο χαμόγελο, εσύ, γέλιο αστραφτερό .» (Τσ. Παβέζε, Τα ποιήματα)
Αργύρης Χιόνης
(Από τα Αποκηρυγμένα, Ίκαρος 1983) -Κώστας Καρυωτάκης, «Το χιόνι»
«Τι καλά που ‘ναι στο σπίτι μας τώρα που έξω πέφτει χιόνι! Το μπερντέ παραμερίζοντας τ’ άσπρο βλέπω εκεί σεντόνι να σκεπάζει όλα τα πράγματα, δρόμους, σπίτια, δένδρα, φύλλα. Πόσο βλέπω μ’ ευχαρίστηση μαζεμένη τόση ασπρίλα.
Όμως, κοίτα, τουρτουρίζοντας το κορίτσι εκείνο τρέχει. Τώρα στάθηκε στην πόρτα μας, ψωμί λέει πως δεν έχει, πως κρυώνει, πως επάγωσε…
Έλα μέσα κοριτσάκι, το τραπέζι μας εστρώθηκε κι αναμμένο είναι το τζάκι!» (Κ. Καρυωτάκης, «Ποιήματα και πεζά») Καλός και Κακός Καιρός Δεν με πειράζει αν απλώνη έξω ο χειμώνας καταχνιά, σύννεφα, και κρυάδα. Μέσα μου κάμνει άνοιξι, χαρά αληθινή. Το γέλοιο είναι ακτίνα, μαλαματένια όλη, σαν την αγάπη άλλο δεν είναι περιβόλι, του τραγουδιού η ζέστη όλα τα χιόνια λυώνει. Τι ωφελεί οπού φυτρώνει λουλούδια έξω η άνοιξις και σπέρνει πρασινάδα! Έχω χειμώνα μέσα μου σαν η καρδιά πονεί. Ο στεναγμός τον ήλιο τον πιο λαμπρό σκεπάζει, σαν έχεις λύπη ο Μάης με τον Δεκέμβρη μοιάζει, πιο κρύα είναι τα δάκρυα από το κρύο χιόνι. (Από τα Αποκηρυγμένα, Ίκαρος 1983)
Αγάπη είπες;
Ο καθένας την πελεκάει όπως θέλει.
Άλλος με πέτρα.
Άλλος με χιόνι.
Η πιο σωστή να ξέρεις, είναι από χιόνι.
Κρατάει όσο κι η αληθινή.
Μενέλαος Λουντέμης
"Ήμουν βουνό ήσουν θάλασσα κι άλλο τρόπο δεν είχαμε να έλθουμε κοντά έκανες εσύ τα όνειρά σου βροχή και χιόνι κι έκανα τα όνειρά μου ρέματα και ποτάμια κι έτσι μένουμε δεμένοι με το νερό των ονείρων" Γιάννης Καλπούζος
Δέσε απόψε τη σπασμένη μου φλέβα. Ο σφυγμός μου αδυνάτισε. Προσπαθείς να την κλείσεις μ’ ένα άσπρο τριαντάφυλλο. Έγινε κόκκινο. Όλο κοκκίνισαν. Τα σεντόνια μου έγιναν παραπόταμοι ανάμεσα στα βουνά. Παραπόταμοι κόκκινοι ανάμεσα στ’ άστρα
Το τριαντάφυλλο-Νικηφόρος Βρεττάκος Είδα στον ύπνο μου, πως μίκρυνες. Πως έγινες ένα τριαντάφυλλο κόκκινο, Φρέσκο, σαν άκοπο. Σ’ είχα στο χέρι μου, τάχα, και πήγαινα, πήγαινα – Πέρασα κι άφησα δεξιά τον Ταΰγετο. Στάθηκα μόνο, τον κοίταξα λίγο, ξαναπήρα τον δρόμο μου κι’ όλο πήγαινα, πήγαινα – Πού να σε βάλω; Όλη η γής είναι στήθος μου.
Red Roses by Igor Levashov
Ζωή και φωτιά-(Νικηφόρος Βρεττάκος)
Αν δεν βρέξει απόψε, ο κόσμος θα πάρει φωτιά απ’ αυτά τα τριαντάφυλλα. Αν τυχόν και καώ- ίνες είναι και ρίζες το χώμα μου για την πύρινη μάζα του ήλιου για κάθε στοιχείο και φωτιά- Αν τυχόν και καώ να φυτέψτε τη στάχτη μου.
Α,
πόσα ρόδα στο ηλιοβασίλεμα – τι έρωτες Θέε μου, τι ηδονές τι όνειρα, ας
πάμε τώρα να εξαγνιστούμε μες στη λησμονιά». Λειβαδίτης.-------------
-«Κι η ποίηση είναι σαν να ανεβαίνεις μια φανταστική σκάλα
για να κόψεις ένα ρόδο αληθινό.»
ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ Το ρόδο Οι ανταύγειες του φεγγαριού στα τζάμια σαν τα μικρά αποσπάσματα ενός ονείρου που κυνηγάμε χρόνια. Ερωτες για πράγματα μακρινά, φιλίες με δρόμους, ή άστρα κι η παιδικότητα που σε ό,τι καλύτερο είχε, έμεινε για πάντα άγνωστη. Ωσπου μια νύχτα παραμέρισα τη ζωή μου και βρήκα το ωραίο ρόδο που μου είχαν υποσχεθεί. Μια ακαθόριστη μεγάλη υποσχεση, όπως συμβαίνει παντα στις παλιές κάμαρες ή μια χειρονομία απαλή, όπως καρφιτσωνεις ένα ρόδο στο στήθος μιας γυναίκας που ποτέ δεν υπήρξε
Νυχτερινά προνόμια (απόσπασμα)Τάσος Λειβαδίτης Ίσως αυτή η αγάπη μας για τη ζωή είναι που μας έκανε να τα χάσουμε όλα τα φαρμακεία τη νύχτα μοιάζουν με τοπία του φεγγαριού δεν έχουμε παρά μόνο μια παιδική ηλικία μέσα στον αναπόφευκτο κόσμο ύστερα όλα τελειώνουν-πού να πας; η νύχτα σκέπασε την πόλη, τα χρόνια άλλαξαν κι αυτοί που θα μπορούσαν να σ' αναγνωρίσουν πέθαναν ή άλλαξαν κι αυτοί οι νεκροί κρατούν μικρά μπουκέτα σε κήπους που ξεχάσαμε οι φερετροποιοί έχουν κι αυτοί καμιά φορά χαρούμενες σκέψεις οι μεγάλοι δεν ξέρουν παρά ένα παραμύθι για όλα τα βράδια οι ζητιάνοι πανάρχαιοι μνηστήρες των εκκλησιών συχνά κάθομαι στη σκάλα και κοιτάζω το πεπρωμένο κανείς δεν πιστεύει αυτά που βλέπω, τα γράφω κι εγώ και τα ταχυδρομώ στους μεταγενέστερους μα όταν ένας άνθρωπος στο δρόμο γυρίσει και σε κοιτάξει με πόνο η μισή ανθρωπότητα έχει σωθεί ή νοσταλγώ ένα ρόδο κι είμαι έτοιμος να πεθάνω για να το βρω - Βιολέτες για μια εποχή (Κάτω απ' τον ίδιο αστερισμό)
Federico
Garcia Lorca
Είναι
κόκκινο σαν αίμα σαν ανοίγει το πρωί,
κι
η δροσούλα δεν τ' αγγίζει από φόβο μην καεί,
ανοιχτό
το μεσημέρι σαν κοράλλι, σαν παιδί,
μες
στα τζάμια, μαγεμένος, σκύβει ο ήλιος να το δει,
άσπρο
γίνεται, κι είν' άσπρο, κοχυλάκι του γιαλού,
σαν
λιποθυμάει η μέρα στις βιολέτες του νερού.
Κι
όταν πια σημάνει η νύχτα, τη φλογέρα τη γλυκιά,
και
τ' αστέρια αλλάξουν θέση στ' ουρανού την απλωσιά,
πριν
τελειώσει το τραγούδι κι ο αγέρας κοιμηθεί,
μέσα
στο βαθύ σκοτάδι σιγανά θα μαραθεί,
πριν
τελειώσει το τραγούδι κι ο αγέρας κοιμηθεί,
μέσα
στο βαθύ σκοτάδι σιγανά θα μαραθεί.
Τίτος Πατρίκιος, Ρόδα αειθαλή
Η ομορφιά των γυναικών που
άλλαξαν τη ζωή μας
βαθύτερα κι από εκατό
επαναστάσεις
δεν χάνεται, δεν σβήνει με τα
χρόνια
όσο κι αν φθείρονται οι
φυσιογνωμίες
όσο κι αν αλλοιώνονται τα σώματα.
Μένει στις επιθυμίες που κάποτε
προκάλεσαν
στα λόγια που έφτασαν έστω αργά
στην εξερεύνηση δίχως ασφάλεια
της σάρκας
στα δράματα που δεν έγιναν
δημόσια
στα καθρεφτίσματα χωρισμών, στις
ολικές ταυτίσεις.
Η ομορφιά των γυναικών που
αλλάζουν τη ζωή
μένει στα ποιήματα που γράφτηκαν
γιʼ αυτές
ρόδα αειθαλή αναδίδοντας το ίδιο
άρωμά τους
ρόδα αειθαλή, όπως αιώνες τώρα
λένε οι ποιητές.
(από τη συλλογή Λυσιμελής
πόθος, 2008)
A Red Rose by John William Godward
«Γίνεται να χωρίσω από τον εαυτό μου
ή απ' την ψυχή μου που στο στήθος μου φωλιάζει;
Τριαντάφυλλό μου, είσαι το παν για εμένα!»Ουίλιαμ Σαίξπηρ
Ερωτικός λόγος – Απόσπασμα από τον «Ερωτικό Λόγο» του Σεφέρη
«Ρόδο της μοίρας, γύρευες να βρεις να μας πληγώσεις μα έσκυβες σαν το μυστικό που πάει να λυτρωθεί κι ήταν ωραίο το πρόσταγμα που δέχτηκες να δώσεις κι ήταν το χαμογέλιο σου σαν έτοιμο σπαθί. Ρόδο άλικο του ανέμου και της μοίρας, μόνο στη μνήμη απέμεινες, ένας βαρύς ρυθμός ρόδο της νύχτας πέρασες, τρικύμισμα πορφύρας τρίκυμισμα της θάλασσας… Ο κόσμος είναι απλός» Δε θα με χάσεις..Αλκυόνη Παπαδάκη Κάθε φορά που θα κελαηδούν τα πουλιά, θα είμαι ανάμεσά τους και θα σου τραγουδώ..
Κάθε φορά που θα ανθίζουν τα λουλούδια, θα σκύβεις πάνω τους και θα μυρίζεις την ψυχή μου.. Κάθε φορά που θα πέφτει η βροχή πάνω σ' ένα τριαντάφυλλο, θα σου στέλνω ένα φιλί να σκεπάζεις την ψυχή σου να μην κρυώνει..
............. Μη φοβάσαι...
Τριαντάφυλλο - Ποίημα Παιδικό του Γιώργου Βιζυηνού
Μαἡ κυράτριανταφυλλιά έχει αγκάθια κι αγκυλώνει κι όποιος κλέφτει τα φιλιά ακριβά της τα πληρώνει.
Δι᾿ αυτό μη φοβηθείς, σαν καλό παιδίοπού῾μαι, όταν βλέπω πως ανθείς σ᾿αγαπώ και ευχαριστούμαι.
Γιατίέχεις μία πνοή που τὲς γειτονιές μυρώνει κι έχεις βράδυ και πρωί για τραγουδιστήέν᾿αηδόνι.
Ποίηση: Κώστας Καρυωτάκης.
Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα
είδα το βράδυ αυτό.
Κάποια χρυσή,λεπτότατη
στους δρόμους ευωδιά.
Και στην καρδιά
αιφνίδια καλοσύνη.
Στα χέρια το παλτό,
στ'ανεστραμμένο πρόσωπο η σελήνη. Ηλεκτρισμένη από φιλήματα
θα'λεγες την ατμόσφαιρα.
Η σκέψις,τα ποιήματα,
βάρος περιττό.
Έχω κάτι σπασμένα φτερά.
Δεν ξέρω καν γιατί μας ήρθε
το καλοκαίρι αυτό.
Για ποιαν ανέλπιστη χαρά,
για ποιες αγάπες,
για ποιο ταξίδι ονειρευτό.
ΜΙΚΡΗ ΜΟΝΑΞΙΑ
'' Στην γωνιά της αυλής, μέσα στα σαπουνόνερα, κάτι τριαντάφυλλα καμπούριασαν από το βάρος της ευωδιά τους. Κανένας δε μύρισε αυτά τα τριαντάφυλλα. Καμιά μοναξιά δεν είναι μικρή. '' ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
christian schloe art
Τριανταφυλλάκι της Έμιλυ Ντίκινσον
Το Τριανταφυλλάκι αυτό κανένας δεν το ξέρει-
Προσκυνητής ίσως και θά' ταν
Αν δεν τό' έπαιρνα απ' τους δρόμους
Και σου το προσέφερα.
Σε μια Μέλισσα μόνο θα λείψει-
Σε μια Πεταλούδα μόνο,
Που βιάζεται από μακρύ ταξίδι-
Πάνω στον κόρφο του να γείρει-
Μόνο ένα Πουλί θ' αναρωτιέται-
Μια Αύρα θα στενάξει μόνο-
Αχ, Μικρό Τριάνταφυλλο-πόσο σαν κι εσένα κάτι
Τη ζωή ήταν εύκολο να χάσει!
ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΛΟΥΝΤΕΜΗΣ - Καλημέρα τριανταφυλλάκι
Καλημέρα τριανταφυλλάκι
που κάπου θα
μοσχοβολάς...
Καλημέρα νερό
που κάπου θα
τρέχεις
Καλημέρα δάσος
που κάπου θα
τραγουδάς
Καλημέρα...
Καλημέρα τζιτζίκια,
πεταλούδες, πουλιά,
καλημέρα.
Ένας πρωινός παρακαλεστής
σας στέλνει τα
μάτια του
σ' ένα κατάμονο
νησί,
μια θαλασσινή
κούνια.
Κι είναι, ένα
στοματάκι που σας αποζητά.
Είναι δυο μικρά
χεράκια, κρεμασμένα
μια αγκαλίτσα δίχως
κούκλα
Ω τριανταφυλλάκι
και δάσος
και νερό.
Ο πατέρας δεν έχει
παρά σίδερα.
Δεν έχει παρά
βότσαλα... κι αγκάθια.
Ω τριανταφυλλάκι
και δάσος
και νερό...
κυλήστε το παραμύθι
σας...
Κυλήστε το..
Κατά το Τρίκερι...
κυλήστε το.
Και φλυαρήστε γύρω
στο κλουβί της
που μένει σιωπηλό.
Κι εκείνη, θα
γελάσει.
Θα χτυπήσει τα
χεράκια της
και θα γελάσει... Γιατί δεν είναι
ούτε πέντε χρονών...
Χουάν Ραμόν Χιμένεθ Ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα Το στόμα σου φύτεψε μ’ εκείνο το φιλί στο δικό μου ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα, κι οι ρίζες τους τρων την καρδιά μου. Είταν φθινόπωρο. Ο άμετρος ουρανός άρπαξε με τον ήλιο του όλο το χρυσάφι –κίονες λάμψεων– από τη ζωή. Το καλοκαίρι ήρθε σκληρό· το μπουκέτο μάδησε, μα άφησε να σπάσουν στα μάτια μου δύο μπουμπούκια πόνος. (Μτφ.: Γιώργος Κεντρωτής
FEDERICO GARCIA LORCA -ΚΑΣΙΝΤΑ ΤΟΥ ΡΟΔΟΥ Το ρόδο δεν ζητούσε την αυγή σχεδόν αιώνιο στο κλωνί του, κάτι άλλο ζητούσε. Το ρόδο μήτε γνώση μήτε ίσκιο ζητούσε όριο σάρκας και ονείρου, κάτι άλλο ζητούσε. Το ρόδο δεν ζητούσε το ρόδο. Ασάλευτο στον ουρανό κάτι άλλο ζητούσε.