Σελίδες

Κυριακή 9 Ιουνίου 2013

Πάει κι αυτή η Κυριακή

Πάει κι αυτή η Κυριακή ...
Κάθε Κυριακή κρύβει μέσα της  /τη γεύση του''ανολοκλύρωτου''
Τα όνειρα /που δε ζήσαμε 
Τα λόγια /που δεν ακούσαμε
Οι μουσικές /οι ζωγραφιές κι οι σελίδες /που δεν μας έφτασαν ΠΟΤΕ
Η νύχτα απλώνει σεντόνια δίχτυα 
Εκεχειρία /ανακωχή στ' όνειρο της καινούργιας μέρας 
Μα τα μάτια /θέλουν να βλέπουν /πάντα /θάλασσα
Εκεί ξεδιψά ο πόθος/ για ό,τι δεν υπήρξαμε /παρά μόνο /σε επίπεδο φαντασίας .(M. Λαμπράκη)



Ανυδρο /ερωτικό τοπίο ...
ΑΧ! Ποια όνειρα καίγονται απόψε και πήρε φωτιά η νύχτα; 


Κική Δημουλά, Ανέβα να ξεκρεμάσεις αυτόν τον Πόθο

Φυτολόγια (από τα ΕΚΤΟΣ ΣΧΕΔΙΟΥ της
 Κικής Δημουλά)

Πήρα διαταγή. Σήμερα που έχεις καιρό, μου ’παν, πάρε τη σκάλα κι ανέβα να ξεκρεμάσεις αυτόν τον πόθο από τους τοίχους, πνίγηκε η είσοδος με δαύτον, τόσα χρόνια θέριεψε, παράγινε πια, μαζεύει και τόση σκόνη.

Κάπως έτσι δόθηκε η διαταγή, κι όσο μίλησε το φυτό άλλο τόσο μίλησα κι εγώ. Είπα μόνο τη λέξη «κρίμα», που δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια μακρινή, πολύ μακρινή, λυπητερή καμπάνα, την ακούς, λες κάτι πέθανε.
Ανεβαίνω τη σκάλα. Πολύ βαριά η καρδιά μου. Ανησυχώ, ρωτάω, βαστάει η σκάλα; Βαστάει, απαντάνε. Δεν κατάλαβαν.


Αρχίζω την αποκαθήλωση. Το ’φερε η μάνα μου, τόσο δα πριν από αρκετά χρόνια μέσα σ’ ένα μικρό ευτελές γλαστράκι, με δύο όλα-όλα φυτά αναποφάσιστα. Κλειστά. Το λένε «πόθο». Θεώρησαν ως την πιο ακατάλληλη θέση την είσοδο του σπιτιού, κι εκεί το ’βαλαν. 
Σκοτεινά, πληκτικά, ανέβα κατέβα τα ίδια πρόσωπα, πάνω κάτω οι δυσκολίες, πάνω κάτω τα κακονυχτισμένα όνειρα. Και όμως φαίνεται ότι όλα αυτά γίνονται λίπασμα άριστο στο φυτό. Κι αντί να μαραθεί πεισμώνει.
 Πετάει ανόητα φύλλα, καινούργια. Κάθε μέρα και μια αντίσταση, κι ένα τρελό αισιόδοξο φύλλο. Κάθε χαμένη μέρα κι ένα ονειροπαρμένο φυλλαράκι.
Εγώ ανέβα κατέβα. Το βλέπω. Στην αρχή του μιλάω ψυχρά, τυπικά. Του λέω, μπράβο, μπράβο, καλημέρα. Αργότερα ξανοίγομαι περισσότερο. Βάστα, του ψιθυρίζω. Περνάνε τα χρόνια. Άδικα επιμένεις, του λέω, μόλις βλέπω ένα καινούργιο φύλλο.
Είχαμε δω στο κάτω πάτωμα, κάποτε ένα νοικάρη. Αγάπαγε πολύ τα λουλούδια, κι είχε πάρει υπό την προστασία του το μέλλον αυτού του φυτού. Κι είχε αναλάβει να δίνει μια διακοσμητική κατεύθυνση στο κάθε καινούργιο κλωνάρι, βλαστάρι, ξέσπασμα, ούτε ξέρω πώς να το πω.
 Αυτός ήταν που το στήριζε με καρφάκια στους τοίχους, πολύ μερακλίδικες γιρλάντες, το τύλιξε γύρω από τα φώτα, στεφάνωσε την πόρτα, κάδρωσε μέσα σ’ αυτό την κακόκεφη όψη της εισόδου.


Όσες φορές τον έβλεπα ανεβασμένο στη σκάλα να εξαπατά αυτό το πράσινο, να το βάζει σε καινούργιο δήθεν δρόμο, δεν ξέρω γιατί, τον ρωτούσα κάθε φορά την ίδια βλακεία, τι λες κύριε Άγγελε, θα πραγματοποιηθεί; Αυτός πάλι, θες γιατί καταλάβαινε την ερώτησή μου, θες γιατί δεν την καταλάβαινε, απαντούσε κάθε φορά την ίδια ποθητή βλακεία,βεβαιότατα, βεβαιότατα.
Αυτά τα καρφάκια βγάζω τώρα εγώ, αυτό το πολύφυλλο «βεβαιότατα» ξεριζώνω. Κρίμα. Οι τοίχοι σιγά-σιγά ξεφορτώνονται αυτό το πράσινο προσωπείο τους. 
Καιρός ήταν. Γιατί εδώ που τα λέμε τώρα, το να ’χει κανείς τόσα χρόνια τον ίδιο πόθο, και σκόνη πιάνει και αράχνες τον καταπατούν, αφήνω που θεωρείται και μπανάλ.

Κυριακή 26 Μαΐου 2013

Το ''παράπονο'' των Ποιητών

Οδυσσέα Ελύτη, «Το παράπονο»

Εδώ στου δρόμου τα μισά
          έφτασε η ώρα να το πω
Άλλα είν' εκείνα που αγαπώ
          γι' αλλού γι' αλλού ξεκίνησα
Στ' αληθινά στα ψεύτικα
          το λέω και τ' ομολογώ
Σαν να 'μουν άλλος κι όχι εγώ
          μες στη ζωή πορεύτηκα
Όσο κι αν κανείς προσέχει
          όσο κι αν τα κυνηγά
Πάντα πάντα θα 'ναι αργά
          δεύτερη ζωή δεν έχει.
Από τη συλλογή Τα Ρω του έρωτα (1972)
[πηγή: Οδυσσέας Ελύτης, «Το παράπονο», Ποίηση, Ίκαρος, Αθήνα 2002, σ. 298-299]



ΝΤΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

Το αιώνιο παράπονo

Ό,τι κι αν κάνει το δοντάκι του

 γραμμόφωνου

άλλο τραγούδι δεν μπορεί να

 τραγουδήσει

κι ό,τι κι αν πούμε και μεις, όσο και να

 σπαράξουμε

την ίδια επωδό θα προσθέτουμε πάντα

στο αιώνιο παράπονο.
*****
Όμως πώς να το κρύψω, πώς να μην το

 πω,που σε περίμενα κι απόψε δυόμιση

 ώρες, 

που σε περίμενα κι απόψε μες το κρύο

που σε περίμενα κι απόψε ολομόναχος,

και τα κεντράκια της πλατείας να 

ξεφαντώνουν,

τα κυριακάτικα ζευγάρια να χορεύουν, 

διαρκώς ν’ αδειάζουν τ’ αυτοκίνητα 

παρέες, που σε περίμενα κι απόψε 

δυόμιση ώρες, 

και μόνο εγώ να στέκω ολομόναχος,

εγώ –κι ένα ποντίκι ψόφιο μες στο

 δρόμο.

Πώς να το κρύψω, πώς να μην το πω,

με πόση πίκρα γράφτηκαν αυτοί οι 

στίχοι,

με πόσο παίδεμα, με τι καημό,

αυτοί οι στίχοι που επιπόλαια τους 

βρίσκετε 

συνηθισμένη επωδό στο αιώνιο παράπονο

  

3. Το παράπονο του ποιητή-Τάσος

 Λειβαδίτης

Ένα παλιό αισθηματικό κερί έκαιγε πάνω


 στο τραπέζι

τα φθαρμένα έπιπλα μου είχαν διδάξει


 την υπομονή

μόνο ένα, Θεέ μου-δεν έζησα:έχοντας να


 μεριμνήσω

για τόσα φύλλα την άνοιξη.

“Τα χειρόγραφα του

 φθινοπώρου'
<<Δε σου κράτησα ποτέ κακία. Παράπονο μόνο…
Να ήξερες πόσες νύχτες προσπαθούσα με τη σκέψη μου να επικοινωνήσω μαζί σου…
Να σου στείλω ένα μήνυμα… Κι εσύ δεν άκουγες…
Ξέρεις, ο πονεμένος αποζητά τον ίσκιο ενός ανθρώπου,
για να καθήσει από κάτω, να κουρνιάσει και να κλάψει με την ησυχία του.
Ο πόνος θέλει μια σκέψη.
Ένα καταφύγιο για να καταλαγιάσει. 
Όταν δεν υπάρχει τίποτα γίνεται πιο σκληρός.
Πιο κοφτερός. Σε παίρνει το κατόπι κι όπου σε βρει σε μαχαιρώνει,
ώσπου να σε ρημάξει…
Μόνο οι πολύ δυνατοί, οι πολύ οχυρωμένοι τα βγάζουν πέρα.
Κι εγώ δεν ήμουν ποτέ τόσο δυνατή.
Και καθόλου οχυρωμένη.
Εσύ ήσουν πάντα ένας καλός καραβοκύρης.
Είχες πυξίδα…
Κρατούσες την ρότα σου σταθερή..
Άραξες το σκέφος σου σε απάνεμο λιμάνι..
Εγώ το δικό μου το βούλιαξα…
Ναυάγησα…
Ήρθα εδώ γιατί με πέταξαν τα κύματα…
Ταξίδευα σ’ ένα άγνωστο πέλαγος κι είχα τ’ αυτιά μου ανοιχτά μόνο για τις σειρήνες..
Όπου μου λεγαν πήγαινα…>>-Αλκυόνη Παπαδάκη



Τί σου είναι η αγάπη τελικά…(απόσπασμα)-Αλκυόνη 

Παπαδάκη
............. Είναι να μην βρει χαραμάδα το 
παράπονο
 της ψυχής. Και το περίεργο είναι πως 
μπορεί να 
κάνει στάση και να ψηλαφίζει γεγονότα 
που δεν είναι
 τόσο σημαντικά. Μπορεί να κλάψεις 
περισσότερο 
για το σημάδι μιας γρατσουνιάς, παρά για
τη χαρακιά
 μιας ακόμα βαθιά επουλωμένης
(επουλωμένη;) 
πληγής



Κυριακή 19 Μαΐου 2013

Σκέψεις Θραύσματα-Κώστας Βασιλάκος



«Οι αναμνήσεις, σπασμένες φτερούγες, γέρνουν το πέταγμα των ονείρων και λιθοβολούν τις ελπίδες μου. Με αδιέξοδες στιγμές από το μέλλον».

Τα μάτια σου θάλασσες με ταξιδεύουν.
Οι επιθυμίες ιστιοφόρο με φουσκωμένα πανιά,
αρμενίζει τους πόθους σε ανάκατες διαδρομές.
Κρεμασμένος απ το κατάρτι του κορμιού σου,
αναζητώ ίχνη του ονείρου που θάμπωσε.
Ταξιδεύεις μαζί μου, κρεμασμένη απ τούς ώμους,
απ τα μάτια μου,ψάχνεις χαμένα μονοπάτια.
Ταξίδι μοναδικό χωρίς γραμμές, χωρίς απόνερα.
Αυλακώνει την ψυχή, μαστιγώνει τις αισθήσεις,
ρότα στον άνεμο.
Σκέψεις Θραύσματα/ Κώστας Βασιλάκος/ Άνεμος Εκδοτική.



Πεταμένα φτερά . Ύψος χαμένο.
Οι ώρες τόσο λίγες , τόσο πικρές.
Αντίκρυ τα γεράνια κοιτάζουν παρακαλεστά τα σύννεφα για λίγο ήλιο,για δυο μόνο χαμόγελα.
Παρέκει τριαντάφυλλα κατακόκκινα και ροζ εκατόφυλλα,
με κοιτάζουν λυπημένα στα μάτια, περιμένουν δυο λόγια.
Σκαλίζω ένα γύρο τους κορμούς , ν' αντέξουν στο χρόνο.
Ρουφάω το δυόσμο,το βασιλικό.
Τρίβω στα χέρια μου τηλεμονιά.
Εισπνέω λαίμαργα το γιασεμί.
Καλή αντάμωση
Σκέψεις Θραύσματα/ Κώστας Βασιλάκος/ Άνεμος Εκδοτική.



Λησμονιά
Οι φωτογραφίες πολλές στην καρδιά και τα μάτια τους.
Ένα κάδρο το μυαλό τους φυλακίζει μέσα του ,
τις στιγμές μιας ζωής, που τους ξέχασε για πάντα.
Μια ήσυχη λίμνη η ψυχή τους.
Στα νερά της οι κύκνοι σχηματίζουν κύκλους
μικρούς στην αρχή,που μεγαλώνουν και χάνονται
στις όχθες με τα νούφαρα.


Εκεί , βαθιά μέσα στο δάσος και κάτω απ' το πράσινο φόντο,
χάραξαν στη φλούδα τις καρδιές τους.
Πέρασαν τα χρόνια ,δε φθάρηκαν τα σχήματα,
διαβάζονται ολοκάθαρα τα ονόματά τους.
Αναμνήσεις απ' το μέλλον...
Σκέψεις Θραύσματα/ Κώστας Βασιλάκος/ Άνεμος Εκδοτική.




Βαθύ γαλάζιο απλώνεται μπροστά μου,
το κύμα αθόρυβο , σχεδόν βουβό,
έρχεται και ξεμακραίνει πάλι.
Το βλέπω αγκαλιά με τα όνειρα μου,
να χάνεται στο άπειρο.
Εγώ, με τα μάτια στραμμένα στον ορίζοντα,
περιμένω και καρτερώ το επόμενο ,
να τα φέρει πάλι σε μένα.
Νύχτωσε , σε λίγο ξημερώνει,
ακόμα να φανεί.
Εγώ, θα περιμένω ,
σε όλες τις ακρογιαλιές του κόσμου.
Θέλω πίσω τη ζωή που έχασα.
Σκέψεις Θραύσματα/ Κώστας Βασιλάκος/ Άνεμος Εκδοτική.




Στιγμές
.......Στο σταυροδρόμι της συνάντησης που μείνανε μόνο τα πουλιά,
στα σταματημένα ρολόγια του χθές, που γέρασαν,
στο αγκαλιασμένο διάβα με τίς υποσχέσεις που έσβησαν.
Στα κουρασμένα τρένα , που φύγαν κλαίγοντας απ' τον σταθμό.
Σαν δείς μια κοπελιά να κλαίει η να πονάει,
σαν δεις ένα νιο να πίνει , να μεθάει, κοίτα κατά τον ουρανό:
μια αλυσίδα έχει σπάσει.
Κοίτα κατά την πολιτεία, πυκνό σκοτάδι.
Κοίτα κατά τα μουράγια , πόσα σαπιοκάραβα.
........
Σκέψεις Θραύσματα/ Κώστας Βασιλάκος/ Άνεμος Εκδοτική.

Πέμπτη 9 Μαΐου 2013

Πνεύμα βαθύ Ελληνικό/απο του Νου τα ύψη...

Μην τους αλλάξεις τους Ναούς
που έστησαν με κόπο...

'Εφεραν μάρμαρο λευκό
οι Δωριείς στη χώρα..
Χρυσό απ' την Ανατολή

 να φτιάξουνε τα σκεύη

Πνεύμα βαθύ Ελληνικό
απο του Νου τα ύψη...

 Μην τους αλλάξεις τους Ναούς
που καίγονται οι δάφνες...

Μες της Πυθίας το χρησμό
 με τη σιωπή θε να σου πουν
το μυστικό το σπόρο
και θα σου δώσουν το νερό
για να τον μεγαλώσεις..

Μην τους αλλάξεις τους Ναούς...
Mα,αν θες κάτι ν' αλλάξεις ...
Βάλε καινούργιο χώμα να σταθούν
Περήφανα σαν Πρώτα! (Mαρία -Λαμπράκη)