Σελίδες

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Καλό μήνα Μάρτη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Καλό μήνα Μάρτη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 1 Μαρτίου 2015

Καλό μήνα Μάρτη !


https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEi_Mi3Xa_13TD8i_Mk3CWpeQShJtYTmBa1E8cqcse4QsyF5R3lKbYHu2abM2RJTsRifcQeEEK5PEbMvSzGIqDfRqUO2Jj2cZy1d03VDOp4psD9kGoT9D1_GqVzUVKwQaIujxsiys9eOn_c/s1600/1622763_602081379886556_855412870_n.jpg ΜΑΡΤΗΣ
Ο λαός μας λέει:

«απούχει κόρη ακριβή, του Μάρτη ήλιος μην την δει» «Του Μάρτη ο ήλιος βάφει και πέντε μήνες δεν ξεβάφει»
Ο Μάρτης ή Μαρτιά είναι ένα παμπάλαιο έθιμο, με βαλκανική διασπορά.
Πιστεύεται ότι έχει τις ρίζες του στην Αρχαία Ελλάδα, και συγκεκριμένα στα Ελευσίνια Μυστήρια.
Οι μύστες των Ελευσίνιων Μυστηρίων έδεναν μια κλωστή, την Κρόκη, στο δεξί τους χέρι και το αριστερό τους πόδι.
Από τη 1η  του Μάρτη, τα παιδιά φορούν στον καρπό του χεριού τους ένα βραχιολάκι, φτιαγμένο από στριμμένη άσπρη και κόκκινη κλωστή, τον Μάρτη ή Μαρτιά.
Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, ο Μάρτης προστατεύει τα πρόσωπα των παιδιών από τον πρώτο ήλιο της Άνοιξης, για να μην καούν.
Τον φτιάχνουν την τελευταία μέρα του Φλεβάρη και τον φορούν την πρώτη μέρα του Μάρτη, πριν βγουν από το σπίτι.
Το βραχιολάκι αυτό το βγάζουν στο τέλος του μήνα, ή το αφήνουν πάνω στις τριανταφυλλιές όταν δουν το πρώτο χελιδόνι, για να τον πάρουν τα πουλιά και να χτίσουν τη φωλιά τους.
 Άλλοι πάλι, δένουν τον Μάρτη σε κάποιο καρποφόρο δέντρο, ώστε να του χαρίσουν ανθοφορία.


Στις 21 Μαρτίου 1882, στο φιλολογικό περιοδικό ΕΣΤΙΑ δημοσιεύτηκε ένα ποίημα του Κωστή Παλαμά για το μήνα Μάρτιο.
Ο ποιητής δεν είχε εκδώσει ακόμη τις μεγάλες του ποιητικές συλλογές, ενώ και το συγκεκριμένο ποίημα δεν μπορεί να θεωρηθεί σπουδαίο.

Κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για ποίημα που έγραψε κατά την παιδική ή την πρώιμη εφηβική του ηλικία, καθώς στο τέλος αναφέρει ότι αυτό γράφτηκε "Εν Μεσολογγίω" - ο Παλαμάς έζησε στο Μεσολόγγι μεταξύ 1867 και 1875, δηλαδή μεταξύ 8 και 16 ετών. 

Το ποίημα είναι ο μονόλογος μιας μητέρας προς το παιδί της για τα καλά του μήνα: από το μάρτη που ετοίμασε για το παιδί της, ώστε να το φορέσει στο λαιμό για να μην το κάψει ο ήλιος, μέχρι τα λουλούδια που ανθίζουν, τον Ευαγγελισμό και την εθνική γιορτή.
ΜΑΡΤΙΟΣ-ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ

Ροδίζ' η πρώτη του Μάρτη μέρα,
Και στο παιδάκι της η μητέρα
Γελώντας πάει:
"Με μάρτη έρχομαι το λαιμό σου
Να στεφανώσω. Σαν άγγελός σου
Θα σε φυλάει.

"Από χρυσάφι, προτού να φέξει,
Με τι φροντίδα τον έχω πλέξει
Για σε, χρυσό μου!
Με κάθε χρώμα τον έχω ντύσει,
Ουράνιο τόξο, που θα στολίσει
Τον ουρανό μου.

"Αρχίζει ο ήλιος σαν πρώτα πάλι
Να τρέχει ελεύθερος στην αγκάλη
Γαλάζιου αιθέρα.

Λιώνουν τα χιόνια, κι όσ' απομένουν
Άσχημα νέφη, κι αυτά μορφαίνουν
Μέρα τη μέρα.

"Αρχίζει ο ήλιο σαν πρώτα πάλι
Να ξετρυπώνει αγάλι αγάλι
Τα λουλουδάκια
Δειλά κρυμμένα μέσα στο χώμα.
Κι ύστερ' απ' τ' άνθη, φροντίζει ακόμα
Για τα παιδάκια.

"Κι όποιο παιδάκι με μάρτη βλέπει,
Χρυσή στα χρόνια τ' απλώνει σκέπη,
Το καμαρώνει.
Γιατί του Μάρτη η αλυσίδα
Μάνας χεράκι, μάνας φροντίδα
Του φανερώνει.

"Και όποιο πάλι το ιδεί να τρέχει
Δίχως στεφάνι Μαρτιού να έχει,
Δεν τ' αγαπάει.
Κακό παλιόπαιδο το νομίζει,
Ακούς, παιδί μου; και το μαυρίζει
Και τ' αρρωστάει.

"Μα το δικό σου σαν αντικρύσει
Λαμπρό στολίδι, θα σ' αγαπήσει
Όσο κανένα.
Κι η ίδια ακτίνα του θα σε φιλήσει
Το πιο ωραίο που θα γεννήσει
Άνθος, κι εσένα!
"Ο Μάρτης θεία είν' ευλογία!
Σα χελιδόνι ή ευτυχία
Στα σπίτια μπαίνει.
Και η υγεία σα μαϊστράλι
Στο γαλανόλευκο περιγιάλι
Μας ανασταίνει.

Αυτός, μ' αγγέλου φτερά κινάει
Και το Χριστό της πρωτομηνάει
Στην Παναγία.

Και στην πατρίδα επαναστάτης,
Ο Μάρτης έφερε τη γλυκιά της
Ελευθερία.
"Να του σπιτιού μας το χελιδόνι
Εις την παλιά του φωλιά σιμώνει,
Και σε ζητάει.
Πρόβαλε, δέξου το... Στο λαιμό σου
Πώς μοιάζει ο μάρτης! σαν άγγελος
Θα σε φυλάει".

“Ρόδου μοσκοβόλημα” είναι το γνωστό ποίημα του Κωστή Παλαμά από τη συλλογή του “η πολιτεία και η μοναξιά” που γράφτηκε το 1912:Εφέτος άγρια μ’ έδειρεν η βαρυχειμωνιά,
που μ΄έπιασε χωρίς φωτιά και μ’ ήβρε χωρίς νιάτα,
κι ώραν την ώρα πρόσμενα να σωριαστώ βαριά
στη χιονισμένη στράτα.
Μα χτες, καθώς με θάρρεψε το γέλιο του Μαρτιού
και τράβηξα να ξαναβρώ τ’ αρχαία τα μονοπάτια,
στο πρώτο μοσκοβόλημα ενός ρόδου μακρινού μου δάκρυσαν τα μάτια.
Μιλτιάδη Μαλακάση ο Μάρτης, στο ποίημά του με τίτλο: “Ανοιξιάτικη μπόρα”
 Βαριές, πλατιές οι στάλες
πέφτουν οι μεγάλες της βροχής
κι αριές...
Κλάμα βουβό και πώς αχείς, πώς αντηχείς
μες στις θλιμμένες τις καρδιές,
αντάμα με σπασμένες δοξαριές!
Διες!
Ήλιος του Μαρτιού μαζί
με το χαλάζι το σκληρό
σαν τ’ άστρα...
Ω έννοια! Ζει
μες στ’ άλλα
πόχει η μπόρα,
ζει κι η στάλα
ακόμα το νερό, αφού
στάζ’ έτσι τώρα
μες στη φαρφουρένια
γλάστρα...
Μ. Αναγνωστακης, «Τοπιο» (απο τις Παρενθεσεις, 1956)
Ερειπωμένοι τοίχοι. Εγκατάλειψη….
Περασμένες μορφές κυκλοφορούνε αδιάφορα
Χρόνος παλιός χωρίς υπόσταση
Τίποτα πια δε θ’ αλλάξει δω μέσα.
Είναι μια ήρεμη σιωπή, μην περιμένεις απάντηση
Κάποια νύχτα μαρτιάτικη χωρίς επιστροφή,
Χωρίς νιότη, χωρίς έρωτα, χωρίς έπαρση περιττή.

Κάθε Μάρτη αρχίζει μιαν Άνοιξη.
 Ρ. Μπουμη-Παππα, «Ο Μαρτης και η Μανα του»
Τον γνωρίζετε το Μάρτη,
τον τρελό και τον αντάρτη;
Ξημερώνει και βραδιάζει
κι εκατό γνώμες αλλάζει.

Βάζει η μάνα του μπουγάδα,
σχοινί δένει στη λιακάδα,
τα σεντόνια της ν’ απλώσει,
μια χαρά να τα στεγνώσει.

Νά που ο Μάρτης μετανιώνει
και τα σύννεφα μαζώνει
και να μάσει η μάνα τρέχει
τα σεντόνια, γιατί βρέχει!

Νά ο ήλιος σε λιγάκι,
φύσηξε το βοριαδάκι,
κι η φτωχή γυναίκα μόνη
τα σεντόνια ξαναπλώνει.

Μια βροντή κι ο ήλιος χάθη
μες στης συννεφιάς τα βάθη,
ρίχνει και χαλάζι τώρα,
ποποπό, τι άγρια μπόρα!

Ώς το βράδυ φορές δέκα
άπλωσε η φτωχή γυναίκα
την μπουγάδα, κι όρκο δίνει
Μάρτη να μην ξαναπλύνει.
Κική Δημουλά, «Ουτοπίες»
“Καθ’ οδόν/ (7 και 30’ πρωινή προς εργασίαν)
συναντώ τον Μάρτιο/ ευδιάθετον,
υπαινιγμών πλήρη/ περί ανοίξεως και λοιπά.
Αναβάλλω την υπόστασή μου
ανακόπτω τη σύμβασή μου/ με το χειμώνα
και διασπείρομαι σε χώμα.
Μια μικρή γη φυσική συντελούμαι,
ξαπλωμένη, απλωμένη/ απέναντι στο
καθ’ όλα σύμφωνο/ σύμπαν.
Φυτεύομαι άνθη,/ ανθίζω συναισθήματα,
και είμαι πολύ καλά
εις άπλετον προορισμόν/ και τοποθέτησιν.
«Απαγορεύεται η άνοιξις!»
ξάφνου μια πινακίδα – σύννεφο
απειλεί. Αμέσως
μια βροχή άρχισε κι έλεγε
εις βάρος της ανοίξεως/ και εις βάρος μου,
ένας δύσθυμος άνεμος/ μου κατάσχει τα άνθη,
μου κατάσχει τα συναισθήματα
και μ’ οδηγεί στο Γραφείο.
Παράβασις, λοιπόν, βαρεία,
και μάλιστα καθ’ οδόν,
από κυρία σχεδόν ώριμη
με οικογενειακές υποχρεώσεις,
και πολυετή θητείαν
εις Δημοσίαν θέση
και χειμώνες.”
Ζωγράφος, Γιώργος Σταθόπουλος
Ο. Ελύτης, «Τα Ελληνάκια»
«Τον ΜΑΡΤΗ περικάλεσα/ και τον μικρό Νοέμβρη/ τον Αύγουστο τον φεγγερό/ κακό να μην μας έβρει,/ Γιατ’ είμαστε μικρά παιδιά/ είμαστε δυο Ελληνάκια/ μες στα γαλάζια πέλαγα/ και στ’ άσπρα συννεφάκια./ Γιατ’ είμαστε μικρά παιδιά/ κι η αγάπη μας μεγάλη/ που αν τη χωρέσουμε απ’ τη μια/ περσεύει από την άλλη./ Κύματα σύρετε ζερβά/ και σεις τα σύννεφα δεξιά/ Φάληρο με Περαία/ μια γαλανή σημαία».
Τα κάλαντα του Μάρτη τα γνωστά «χελιδονίσματα».
« Ήρθε, ήρθε χελιδόνα, ήρθε και άλλη μελιδόνα

κάθισε και λάλησε και γλυκά κελάησε:
Μάρτη , Μάρτη μου καλέ και Φλεβάρη φοβερέ
κι αν φλεβίσεις κι αν τσικνίσεις, καλοκαίρι θα μυρίσεις.
Κι αν χιονίσεις κι αν κακίσεις, πάλιν άνοιξη θ΄ανθίσεις.»
 Το πρώτο χελιδόνι - Κώστας Καρυωτάκης 
Ήλθες, ήλθες, χελιδόνι, για να διώξεις το χειμώνα, ήλθες μ’ άνθη να στολίσεις της καλής μας γης το χώμα.
Έλα, έλα, χελιδόνι, σε προσμένει η φωλιά σου, έλα, έλα, να σκορπίσεις το γλυκό κελάδημά σου.
Ήλθες, ήλθες, χελιδόνι,  την ακούμε τη λαλιά σου, ήλθες, ήλθες και απλώνεις μια χαρά σαν τη χαρά σου.
 
…Το Μάρτη σε στεφάνωσα με χελιδόνια.Κ’ έκαμα να φυτρώσουνε κάτω στο γύρο του φουστανιού σου αγριολούλουδα,
που κυνηγιούνται σαν φώτα πολύχρωμα όταν χορεύεις
ή όταν ονειρεύεσαι πως χορεύεις και τινάζεσαι ανάλαφρα
σα να ζητάς να πιαστείς απ’ το υπέρτατο φως…(Nικηφόρος Βρεττάκος)
Ο ΜΑΡΤΗΣ (Γεώργιου Βιζυηνού)

Ο Μάρτης βάλλει τ' Απριλιού τα γλαμπυρά φορέματα,

και καταβαίν' απ' τ' αψηλά με των βουνών τα ρέματα, 
κι αυτού που είν' οι κάμποι
φωτοβολά και λάμπει.
Στο σπιτικό τους τα δενδρά ριγούν και συμμαζεύονται,
τ' άνθη στους κόρφους των βαθιά κοιμούνται κι ονειρεύονται,
και τα λουλούδια 'κόμα
δεν βγήκαν απ' το χώμα.
- Δενδρά, ο Μάρτης τα λαλεί, για αφήστε τα καμώματα!
Άνθη, τα μάτια ανοίξετε και βγείτ' από τα στρώματα!
Να ιδείτε τι σας φέρει
το μαγικό μου χέρι!
Εγώ μ' ο μήνας, που γυρνά σε κάθε χρόνου κύλιμα,
και φέρει μόσχους και θωριές εις τ' άνθη μ' ένα φίλημα,
και φέρ' εις κάθε κόρη
ένα καλό αγόρι.
Τ' ακούνε τ' άνθη και κοτούν κι ανοίγουν τα χειλάκια τους·
και μισανοίγουν τα δενδρά τα πράσινα ματάκια τους·
τα ρόδα που κοιτάζουν
φθονούν κι αυτά και σχάζουν.
Τ' ακούει κ' η αμυγδαλιά, κορίτσι κουτοπόνηρο,
κι από τον ύπνο πλανευτή, ερωτεμέν' απ' όνειρο,
πα στα γυμνά της κάλλη
νυφιάτικ' άνθη βάλλει.
- Καλό στον εύμορφο το νιό, που ψες τον ονειρεύθηκα,
που στο γλυκό μου τ' όνειρο είδα πως τον πανδρεύθηκα!
Σαν τι καλά με φέρει
το γκαρδιακό μου ταίρι;
Της φέρνει στρώμ' απ' το Χιονιά κι απ' το Βοριά παπλώματα·
τη νύχτα κάμνουν τη χαρά, και πα στα ξημερώματα
της αγκαλιάς του η πάχνη
την εύμορφην αδράχνει!
Της κάμνει σάβανο χλωμό το νυμφικό της φόρεμα·
της βάνει μοιρολογητή ένα ψυχρό θολόρεμα·
κ' εκείνο κλαί' και σκάφτει,
και ρίχνει και την θάφτει.
ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ, «ΤΟΠΙΟ»
Ερειπωμένοι τοίχοι. Εγκατάλειψη….
Περασμένες μορφές κυκλοφορούνε αδιάφορα
Χρόνος παλιός χωρίς υπόσταση
Τίποτα πια δε θ’ αλλάξει δω μέσα.
Είναι μια ήρεμη σιωπή, μην περιμένεις απάντηση
Κάποια νύχτα μαρτιάτικη χωρίς επιστροφή,
Χωρίς νιότη, χωρίς έρωτα, χωρίς έπαρση περιττή.
Κάθε Μάρτη αρχίζει μιαν Άνοιξη.