Σελίδες

Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2015

Μάνος Κατράκης - ''Εγινα ηθοποιός όπως θα μπορούσα να γίνω και σιδηρουργός.''

«Η ζωή, αχ η ζωή! Πάρε λίγο φως από τον ήλιο, λίγα λουλούδια, λίγα κελαηδήματα πουλιών, κάτι από το ποταμάκι που τρέχει, κάτι από την αγάπη, βαλ’ τα όλα μαζί και τότε θα δεις τι όμορφη που είναι η ζωή...», Μάνος Κατράκης.
Το Μάρτη του 1981 διοργανώνεται στο Παρίσι τιμητική εκδήλωση από τον σκηνοθέτη Γιάννη Ιορδανίδη.
Στην εναρκτήρια βραδιά της εκδήλωσης ο Μάνος Κατράκης απευθύνεται στους παρευρισκόμενους με τη γλώσσα της καρδιάς όπως έκανε πάντα:


«Και να γνώριζα τη γλώσσα του Ρακίνα και του Μολιέρου πάλι θα σας μίλαγα ελληνικά.
Δεν θέλω τίποτα να ψευτίσει τη συγκίνησή μου και την ευγνωμοσύνη μου για την τιμή που μου κάνετε. Γι' αυτό χρησιμοποιώ τις λέξεις της γλώσσας μου που ταυτίζονται με την ψυχή μου.
Είναι λέξεις που κρύβουν μέσα τους την καθαρότητα του ελληνικού ουρανού και του ασίγαστου πόντου. Εσείς τιμάτε τα 50 χρόνια της καλλιτεχνικής μου δραστηριότητας.

Σας ευχαριστώ. Εγώ όμως θέλω να σας πω ποιος είμαι. Θέλω να με γνωρίσετε σωστά. Θέλω να σας πω πως γεννήθηκα στην Κρήτη.
Μεγάλωσα ξυπόλητο παιδί στις αμμουδιές της πατρίδας μου, που έβαζα στ' αυτιά μου τα κοχύλια της θάλασσας να ακούσω τη βουή του ωκεανού.
Δεν ήξερα να αποζητώ την ομορφιά, μα η ομορφιά ξεδιπλωνόταν ολόγυρά μου. Δεν ήξερα να αποζητώ τη λεβεντιά.

Μα η λεβεντιά με συνέπαιρνε μέσα μου από τις ιστορίες του παππού μου. Αφήστε να παινέψω την πατρίδα μου.
Το αξίζει.
Εγινα ηθοποιός όπως θα μπορούσα να γίνω και σιδηρουργός. Ηθελα να ξοδιάσω όσες δυνάμεις κρύβαν τα μπράτσα μου και η ψυχή μου»...

Πηγή http://www.rizospastis.gr/story.do?id=2469208
Ο Μάνος Κατράκης με τον Γιάννη Ρίτσο και τον Χαρίλαο Φλωράκη
Δον Κιχώτης (1973)-Μάνος Κατράκης (Δον Κιχώτης), Μαρία Σκούντζου (Μαριτόρνα (Δουλτσινέα)

«Εμάς τότε το περιβάλλον μας διαμόρφωσε αλλιώς. Μας έμαθε ότι το Θέατρο δεν είναι απλά ένα επάγγελμα αλλά, ένα κοινωνικό λειτούργημα, ένα Λαϊκό Πανεπιστήμιο.
Σ' αυτό δεν μαθαίνουν μόνο όσοι έρχονται να το παρακολουθήσουν αλλά, και οι Ηθοποιοί.
Εκεί πάνω στο σανίδι, πίσω από τη σκηνή, μαθαίνεις να είσαι Ηθοποιός. 
Εκεί πάνω συντελείται ο καθημερινός σου Αγώνας, εκεί δίνεις τις εξετάσεις σου. Εκεί συμπυκνώνεται το πάθος σου για το Θέατρο, η ανησυχία σου, το μεράκι σου.
Αλίμονο στον ηθοποιό, που θα πάψει ν΄ ανησυχεί για το ρόλο του, έστω κι αν τον παίζει δυο χρόνια συνέχεια. Εγώ δεν ησυχάζω ποτέ. Μέσα μου, υπάρχει πάντα το μικρόβιο της Αναζήτησης»(Μάνος Κατράκης)
Tου Κύκλου τα γυρίσματα, που ανεβοκατεβαίνουν....

«(…) Σε λίγα λόγια, γροίκα μου, φουκρού καλά ίντα λέγω:
εγώ δε δίδω πείραξην, ουδέ μαλιές γυρεύγω, αμ΄ όποιος κι ά με πείραξεν, εκείνος με κατέχει:
μα καυχησά το στόμα μου και ψόματα δεν έχει: και τιμημένα τα βαστώ ως τώρα τα΄ άρματά μου κι ολπίζω κι αποδά κι ομπρός ντροπή να μη μου κάμου.
Πούρι ά σ΄ αρέση το σπαθί και θέλης να το πάρης, να το νικήσης πάσκισε, πεζός γη καβαλάρης:
κ΄ εγώ δεν εφοβήθηκα ποτέ άθρωπο κανένα (μ΄ όλον οπού ΄μαι ανήμπορος) και δε δειλιώ ουδ΄ εσένα.(…)»


Το 1932, ένας νεαρός από το Καστέλι Κίσσαμου, της Κρήτης, πρόφερε αυτούς τους λεβέντικους στίχους, υποδυόμενος έναν από τους πρώτους του ρόλους στο θέατρο: τον Κρητικό Χαρίδημο, στον «Ερωτόκριτο» του Βιτσέντζου Κορνάρου.
Και ο άνθρωπος και καλλιτέχνης που έγινε αυτός ο νεαρός, σε μια μακρόχρονη πορεία στο θέατρο και στον αγώνα κράτησε πάντα τιμημένα τα δικά του άρματα.
Ο Μάνος Κατράκης, με το πέρασμά του από τη ζωή και την τέχνη, δημιούργησε ιστορία.
«Ποίησε ήθος» πάνω στο θεατρικό σανίδι, αλλά και πάνω στον ιερό βράχο της Μακρονήσου.
Αυτός, ο μέγιστος των ελλήνων ηθοποιών (ανάμεσα στους κορυφαίους ήδη πριν από το Β` Παγκόσμιο Πόλεμο) απολύθηκε για τις ιδέες και τη δράση του από το Εθνικό Θέατρο.
Μέλος του ΚΚΕ και του ΕΑΜ, βρέθηκε στην πρώτη γραμμή, τόσο στην Εθνική Αντίσταση, όσο και στον εμφύλιο.
Αρνούμενος να υπογράψει «δήλωση μετανοίας» εξορίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και στον Αη – Στράτη, μέχρι το 1952.


Ο Μάνος Κατράκης, στην Μακρόνησο
Αδάμαστος και ευαίσθητος

Η βιογραφία του αρχίζει από τα γεννητούρια και τα παιδικά του χρόνια στο Καστέλι Κισσάμου, όπου ξαναγύριζε όποτε μπορούσε για να ξαναθυμηθεί τον έμπορο πατέρα του, Χαράλαμπο Κατράκη, από τον οποίο ορφάνεψε νωρίς, τα άλλα τέσσερα αδέρφια του και την κυρα - Ειρήνη, τη μάνα του, που τη λάτρευε και της έμοιαζε πολύ στο πρόσωπο, στον πεισματικό χαρακτήρα και στην αδάμαστη ψυχή.
Ας θυμίσουμε έναν, καταγραμμένο, σχεδόν δύο δεκαετίες πριν στο «Ρ», διάλογό του με τη μάνα του, ως δείγμα του χαρακτήρα και των δυο,
Η κυρα - Ειρήνη, όπως όλες οι μανάδες των κρατουμένων αγωνιστών, υπέφερε με τον εγκλεισμό του παιδιού της.
Σε μια συνάντησή τους στην εξορία, ο Κατράκης δοκίμασε την ψυχική αντοχή της μάνας του:
-«Τι είναι Μανόλη;»
-«Θες να 'ρθω στο σπίτι, μάνα;»
-«Πώς θα 'ρθεις;»
-«Ε... θα υπογράψω και θα 'ρθω»
- «Ιντα να υπογράψεις;»
-«Δήλωση»
-«Ιντα δήλωση;»
-«Οτι δεν είμαι αυτό που είμαι...»
-«Και δεν είσαι;»
-«Είμαι»
-«Μην υπογράψεις, κερατά, μην υπογράψεις...».


http://www.kar.org.gr
Ο Μάνος Κατράκης, κορυφαίος πρωταγωνιστής και θιασάρχης, γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου του 1909 στο Καστέλι Κισσάμου των Χανίων Κρήτης. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης.

Το 1919 η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα, όπου ο Μάνος, που από μικρός είχε δείξει το υποκριτικό ταλέντο του, εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή.
Έκανε το ντεμπούτο του σε ηλικία μόλις 18 ετών, με το θίασο Οι Νέοι στο έργο Για την αγάπη της. Το μπρίο και η δυναμικότητά του ενθουσίασαν τον σκηνοθέτη Κώστα Λελούδα κι έτσι ένα χρόνο αργότερα, το 1928, έπαιξε στην πρώτη βουβή ταινία Το λάβαρο του '21.

Την ίδια περίοδο εντάχθηκε στο Θίασο της Ελευθέρας Σκηνής της Μαρίκας Κοτοπούλη, του Σπύρου Μελά και του Μήτσου Μυράτ, παίζοντας σε έργα όπως Η λύρα του γερο-Νικόλα, Οι άθλιοι και Στέλλα Βιολάντη.

Το 1930 συνεργάστηκε με το Λαϊκό Θέατρο του Β. Ρώτα και το 1932 προσλήφθηκε στο νεοϊδρυόμενο Εθνικό Θέατρο, όπου ερμήνευσε μεταξύ άλλων τον Κορυφαίο στον Αγαμέμνονα και τον Κρητικό στη Βαβυλωνία.
Πλήρη αναφορά στον Μάνο Κατράκη /εδώ
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/biographies/173#ixzz3Qmu57RHY


«Στ' ακροθαλάσσι του Αϊ - Στράτη/ κρυφά από του Θεού το μάτι/ Ζουν άνθρωποι και ωριμάζουν/ καινούριο κόσμο ετοιμάζουν». «Κείνο το βράδυ στη χαράδρα.../
Δεν το ξεχνάω φίλε/ Είχανε σπάσει δυο μπαμπού/ στα κόκαλά μου.../ Η ανανδρία θυμάμαι / τα 'βαλε με τη λεβεντιά/ κείνο το βράδυ/ Μα το νεράκι πού το βρήκες/ σύντροφέ μου;/
Τώρα που πέρασαν οι πόνοι/ σε βλέπω αδύνατο κι ωχρό / να σεργιανάς/
Κι είπα να σου 'δινα το χέρι/ για να ξοφλήσω τη δροσιά/ κείνης της νύχτας/
Μα το νεράκι πώς το βρήκες/ το νεράκι/ σ' εκείνο τ' άνυδρο το ρέμα».
- Ποίημα του Κατράκη, γραμμένο  στην Μακρόνησο

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh2B5qWIe9ITHRQfG5Q6qZH8NHRVs0Q5zYyvKHhprvFa7P-Uw6LwteSHR1hOuocufVZpaiAB_MHrHIIkE1U84AiZX13ux35swHfUP20AuI5DOrHSEHsnU2kmIjbUbaZr-JrJYr2ej01LqOj/s1600/Ritsos-Katrakis81.JPG
ΟΤΑΝ Ο ΡΙΤΣΟΣ ΕΓΡΑΦΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΤΡΑΚΗ
«Στο μπόι σου παίρνει μέτρο η ανθρωπιά και η τέχνη...»
«Σύντροφε Μάνο, κρητικόπουλο, Ερωτόκριτέ μας, άξιε γιε της Ρωμιοσύνης

Ερωτας είσαι και ομορφιά και λεβεντιά και αγάπη
στο μπόι σου παίρνει μέτρο η ανθρωπιά και η τέχνη
μες στη φωνή σου ακέριος ο λαός βρίσκει την πιο σωστή φωνή του
μες στη φωνή σου πέντε αηδόνια, τρεις αητοί κι ένα λιοντάρι δένουν τη φιλία του κόσμου.
Σύντροφε Μάνο, εσένανε σου πρέπουν αψηλόκορφοι ύμνοι σαν τον πάππο σου τον Ψηλορείτη...
λόγια τρανά για την
αντρειά σου και την τέχνη σου καθώς αυτά
 στις ραψωδίες του Ομήρου όμως εγώ φτωχές
 ακούω τις λέξεις μου μπροστά στην ελατόφυτη
 καρδιά σου κι έτσι μονάχα δέκα στίχους σου
 αφιέρωσα κι ένα μεγάλο <<Γεια σου ορέ
 ΛεβεντοΜάνο” ένα μεγάλο “Γεια>>

http://www.rizospastis.gr/story.do?id=8145049

 Από τις αναμνήσεις του Θύμιου Καρακατσάνη
Τότε στη Μακρόνησο, σ’ εκείνο το «σχολείο επανένταξης», όταν έβλεπε να δέρνουν κανέναν αδύναμο, τους έλεγε «ρε, δέρνετε το γεροντάκι, ελάτε να δείρετε εμένα».
Στο έργο «Ντα», έφευγα απ’ το θέατρο κι έτρεχα να προλάβω τη σκηνή που περνάει πίσω από μια κλαίουσα (ήταν το σκηνικό), και πέρναγε ένας μεσήλιξ και έβγαινε απ’ έξω ένας ενενήντα τόσο χρονών, με πάρεση… και τρόμαζα με την ταχύτητα που γινότανε. Ήτανε ένα δέντρο, και μόλις το πέρναγε, μεταμορφωνότανε! Εννιά, δέκα φορές θα το είχα δει…
(Ένα από τα τελευταία όνειρα της ζωής του Μάνου Κατράκη ήταν να παίξει τον Βασιλιά Ληρ με τον Θύμιο Καρακατσάνη ως γελωτοποιό).
Όταν ήρθε το ασθενοφόρο και τον πήρε, πήγα να κάτσω δίπλα, και μου λέει όπως είχε τη μάσκα του οξυγόνου:
“Πήρα μαζί και το έργο, τον Βασιλιά Ληρ».
Ε, δεν μπόρεσα να κάτσω δίπλα του, να πάω στο νοσοκομείο, λέω πηγαίνετε εσείς και θα ‘ρθω με το αυτοκίνητο, και βγήκα έξω κι άρχισα να χτυπιέμαι…, δεν μπορούσα να καταλάβω αν υπάρχει Θεός, πώς το κάνει αυτό…
από διήγηση του Θύμιου Καρακατσάνη στην Εύη Κυριακοπούλου
από την εκπομπή της ΕΡΤ ΑΝΤ' ΑΥΤΟΥ «Ο αγωνιστής της υποκριτικής».

https://nikiana.files.wordpress.com/2009/05/giannis_ritsos_03.jpg
O Μάνος Κατράκης (αριστερά) με τον Γιάννη Ρίτσο (κέντρο). Από τις συλλογές του Μουσείου Μπενάκη.



Η εξορία Ναι, ήταν εξορία στη Μακρόνησο. Στον Αϊ-Στράτη. Ζούσε σε σκηνές που τις έπαιρνε κάθε τόσο ο δυνατός αέρας του νησιού. Κουβαλούσε άσκοπα πέτρες απ’ τη μια άκρη της πλαγιάς στην άλλη.
Μετά έπρεπε να τις φέρει πάλι πίσω. Ώρες αυτή η δουλειά. Και τα μεγάφωνα είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο να τσιρίζουν το ίδιο τραγούδι: «Ως και γράμματα μου στείλανε ανώνυμα, από δω και πέρα κάτσε φρόνιμα».
Ψηλός και στητός, γίγαντας παραμυθιού, άντεχε κάτω απ’ τις βροχές και τις κακουχίες, τα βασανιστήρια, το σακί μαζί με τη γάτα μέσ’ στη θάλασσα, και τις προσβλητικές βρισιές του ομαδάρχη, που σκύλιαζε απ’ το κακό του μπροστά στην αφοσίωση και την πίστη στην ιδέα. Όλ’ αυτά για μιαν ιδέα!
Κυνηγητό αδυσώπητο στη μισή του ζωή. Για μιαν ιδέα! Συνεχής αγώνας για μιαν ιδέα! Στέρηση… για μιαν ιδέα!



Η μητέρα του

Η Αλίκη Γεωργούλη θυμάται τη μητέρα του Μάνου Κατράκη:

Τη θυμάμαι την κυρά Ειρήνη, μύτη με μύτη με το ραδιοφωνάκι, η χρυσή μου είχε κι αυτή μεγάλη μύτη. Θεός σχωρέσ’ την, να ακούει τις εκπομπές του γιου της. 
Τη χάζευα. Κάθε τόσο σήκωνε το κεφάλι της. Με κοίταζε επίμονα και έλεγε: «Την άκουσες ετούτη τη φωνή; Εγώ του την έχω δώκει».

Όταν έβρεχε ή χιόνιζε, κι ο Μάνος ήταν ακόμα εξορία, αυτή η κοντακιανή γριούλα, πετσί και κόκαλο, και ρυτίδα, ανέβαινε στην ταράτσα της οδού Αβέρωφ να βρέχεται και να κρυώνει μαζί με το παιδί της που το βασάνιζαν στο νησί.
 «Παναγιά μου να λευτερωθεί, μα να μην την ηπατήσει!», την υπογραφή ήθελε να πει, να μην την πατήσει, πως καταδικάζει τον κομμουνισμό και τέτοια… Να μην τα υπογράψει εκείνα τα χαρτιά του εξευτελισμού που είχαν εφεύρει για να καταρρακώνουν τον άνθρωπο.

Δε γινόταν να έχει ελαττώματα;

Και βέβαια του άρεσε ο τζόγος. Δεν καταλαβαίνω. Επειδή ήταν κομμουνιστής, δε γινόταν να έχει ελαττώματα; Είχε άλλωστε δικαιολογίες. Πάντα στην τσέπη του υπήρχε ένα δίφραγκο, ένα μόνο δεκάρικο ή ένα μόνο κατοστάρικο. 
Ε, αυτό το μοναδικό κατοστάρικο το έπαιζε ή στη λέσχη ή στον ιππόδρομο ή στον τηλεφωνικό κατάλογο, μονά – ζυγά, μπας και κερδίσει, να καλύψει κανένα χρέος. Και πάντα έχανε. Και πάντα χρωστούσε.Γέμιζε το Λαϊκό Θέατρο του Μάνου Κατράκη, μεγάλες εισπράξεις, όμως υπέρογκα και τα έξοδα. Δεν τσιγκουνευόταν ούτε τα κοστούμια, ούτε τα σκηνικά, ούτε τους μουσικούς, ούτε τους χορευτάδες.


Και στα «Κύθηρα» του Αγγελόπουλου. Και εκεί ήταν υπέροχος. 
 Πολλοί βγήκαν και κατηγόρησαν το Θόδωρο ότι τον σκότωσε: Μέσα στα κρύα, στις βροχές, στα κύματα τόσες ώρες… Απάνθρωπα γυρίσματα!

Ξέροντας τον Μάνο πιστεύω πως ήταν ευτυχισμένος. Στην ηλικία του, τον εμπιστεύονταν και τον χρησιμοποιούσαν σαν να ‘ταν ο παλιός λεβέντης. Νομίζω πως δε θα τον πείραζε καθόλου ακόμα και αν ξεψυχούσε πάνω σε κείνη την ανεμόδαρτη σχεδία της ταινίας.
ΑΛΙΚΗ ΓΕΩΡΓΟΥΛΗ “ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΕΝΙΝ ΣΤΟΝ ΒΕΡΣΑΤΣΕΕκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ

Πηγή http://aspromavrestainies.blogspot.gr/2013/04/blog-post_20.html


Ο Μάνος Κατράκης ως Κρέοντας

Ο Μάνος Κατράκης, Προμηθέας Δεσμότης


Σκηνή από τη θεατρική παράσταση του Ελληνικού Λαϊκού Θεάτρου του Μάνου Κατράκη (1966). (Το φωτογραφικό υλικό προέρχεται από τo Αρχείο του Μουσείου Καζαντζάκη και το Αρχείο των Εκδόσεων Καζαντζάκη.)

Καπετάν Πολυξίγκης (Βύρων Πάλλης), Καπετάν Μιχάλης (Μάνος Κατράκης) Πηγή: Μουσείο Νίκου Καζαντζάκη
Μάνος Κατράκης (Οιδίπους), Γκίκας Μπινιάρης (Τειρεσίας), Λόυσκα Αβαγιανού (εκτός διανομής, Παιδί).
Μπροστά: Γρηγόρης Βαφιάς (Θεράπων Λαΐου), Μάνος Κατράκης (Οιδίπους). Θίασος.
Μάνος Κατράκης (Οιδίπους), Γκίκας Μπινιάρης (Τειρεσίας). Θίασος.
ΠΗΓΗ
 http://www.nt-archive.gr/viewfiles1.aspx?playID=820&photoID=5206

 Μάνος Κατράκης (Δον Λούις), Χριστόφορος Νέζερ (Κοσμάς), Νίκος Δενδραμής (Δον Μανουέλ Ενρίκες), Βάσω Μανωλίδου (Δόνια Αγγέλα).
ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΤΥΡΑΝΝΟΣ (1974) Μ.Κατράκης Α.Κατσέλη
Μάνος Κατράκης και Ειρήνη Παππά. «Ηλέκτρα» (1962) του Μιχάλη Κακογιάννη.

Ταινία «Συνοικία το Ονειρο» Μάνος  Κατράκης, Αλέκος Αλεξανδράκης

Βασιλεύς Ληρ (1939)
Μάνος Κατράκης (Δούκας της Κορνουάλης).